MY KTEO

Τετάρτη 17 Ιουνίου 2020

Η Ελλάδα αρχίζει να καλύπτει την απόσταση με την Ε.Ε. στις ψηφιακές υπηρεσίες

Στην προτελευταία θέση της ΕΕ των 28 παρέμεινε για άλλη μια χρονιά η Ελλάδα με βάση το Δείκτη Ψηφιακής Οικονομίας και Κοινωνίας (DESI) της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, ξεπερνώντας μόνο τη
Βουλγαρία. Αν και καταγράφονται βήματα προόδου, η χώρα μας παραμένει ακόμη μακριά από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο σε όλες τις υποκατηγορίες του δείκτη, κάτι που όμως είναι πολύ πιθανό να αλλάξει το 2020.

Σύμφωνα με την φετινή έκθεση που δημοσιεύθηκε χθες και βασίζεται σε στοιχεία του 2019, η συνολική βαθμολογία της Ελλάδας διαμορφώνεται στο 37,3 όταν ο μέσος όρος της ΕΕ βρίσκεται στο 52,6. Παρατηρείται μια βελτίωση από την περσινή βαθμολογία (35,1), η οποία όμως δεν ήταν αρκετή για να αλλάξει τη θέση της χώρας στην ευρωπαϊκή κατάταξη.

Στο τμήμα της μελέτης για την Ελλάδα γίνεται ειδική αναφορά στις πρωτοβουλίες της κυβέρνησης και του υπουργείου Ψηφιακής Διακυβέρνησης για τη βελτίωση της θέσης της χώρας στον δείκτη DESI, καθώς και για τις νέες ψηφιακές υπηρεσίες που λειτούργησαν εν μέσω πανδημίας, όπως το gov.gr. Ακόμη αναφέρεται και το έργο Ultra-FastBroadband για την ανάπτυξη δικτύων οπτικών ινών σε περιοχές της χώρας, αλλά και o διαγωνισμός για το 5G.

Όλα αυτά δείχνουν πως πιθανότατα θα υπάρξει μια σημαντική αναβάθμιση στην έκθεση της επόμενης χρονιάς (που θα αφορά το 2020), αλλά ο δρόμος που μένει να καλυφθεί είναι μεγάλος. Σημειώνεται ότι ο υπουργός Ψηφιακής Διακυβέρνησης, Κυριάκος Πιερρακάκης, έχει θέσει ως στόχο η χώρα μας να συγκλίνει με το μέσο όρο της ΕΕ μέσα στην τρέχουσα τετραετία.

Συνδεσιμότητα
Σε ό,τι αφορά τους επιμέρους δείκτες ο τομέας της "συνδεσιμότητας” παραμένει το αδύναμο σημείο. Με συνολική βαθμολογία συνδεσιμότητας 33,4 (σε σύγκριση με τον μέσο όρο της ΕΕ σε ποσοστό50,1), η Ελλάδα κατατάσσεται τελευταία μεταξύ των χωρών της ΕΕ, ενώ δεν έχει σημειωθεί βελτίωση στην κατάταξη σε σχέση με το 2017 (DESI 2018).

Η διείσδυση των σταθερών ευρυζωνικών συνδέσεων είναι στο 76%, λίγο χαμηλότερα από τον μέσο όρο της ΕΕ (78%), ενώ παρατηρείται μεγάλη καθυστέρηση στην ενίσχυση των συνδέσεων υψηλών ταχυτήτων. Οι συνδέσεις με ταχύτητα άνω των 30 Mbps ενισχύθηκαν φθάνοντας στο 17,7% από 11,3%. Όμως, η διείσδυση των ευρυζωνικών συνδέσεων με ταχύτητα λήψης τουλάχιστον 100 Mbps έφθασε στο 2019 μόλις στο 0,8% (από 0,3% το 2018), πολύ πιο χαμηλά από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο (26%).

Παρά την αύξηση της διείσδυσης κινητών ευρυζωνικών επικοινωνιών κατά 11 μονάδες, ο τρέχων αριθμός είναι 86 συνδρομές ανά 100 άτομα, κατά πολύ χαμηλότερος από τον μέσο όρο των 100 συνδρομών ανά 100 άτομα στην ΕΕ. Οι επιδόσεις της Ελλάδας όσον αφορά την τεχνολογία 4G είναι καλύτερες, καθώς η μέση κάλυψη ανέρχεται σε 97%, υπερβαίνοντας ελαφρώς τον μέσο όρο της ΕΕ (96%).

Κρίσιμη για το 2020 είναι η επικαιροποίηση του Εθνικού Σχεδίου Ευρυζωνικής Πρόσβασης και σε οριστικοποίηση της "Βίβλου Ψηφιακού Μετασχηματισμού", πρωτοβουλίες που όπως αναφέρεται στην έκθεση "θα οδηγήσουν σε μια διαρθρωμένη, πραγματοποιήσιμη και μετρήσιμη ψηφιακή στρατηγική για την Ελλάδα”.Ακόμη, αναμένεται η υπογραφή των συμβάσεων για το Ultra-FastBroadband μέσα στο τελευταίο τρίμηνο της χρονιάς αλλά και η δημοπράτηση του φάσματος 5G.

Ανθρώπινο κεφάλαιο
Οι επιδόσεις της χώρας μας παραμένουν χαμηλές και στο ανθρώπινο κεφάλαιο παρά την πρόοδο που σημειώθηκε το 2019. Ειδικότερα, πέρσι το 51% των ατόμων ηλικίας 16 έως 74 ετών είχε τουλάχιστον βασικές ψηφιακές δεξιότητες (58 % στην ΕΕ), ποσοστό που ισοδυναμεί με αύξηση άνω των 5 ποσοστιαίων μονάδων σε διάστημα ενός έτους, κατά πολύ υψηλότερη από τον μέσο όρο ανόδου κατά 1 ποσοστιαία μονάδα στην ΕΕ.

Το ποσοστό των ατόμων με τουλάχιστον βασικές δεξιότητες χρήσης λογισμικού αυξάνεται επίσης ικανοποιητικά, από 52% το 2018 σε 56% το 2019, με ρυθμό ανόδου ταχύτερο από τον μέσο όρο της ΕΕ. Το ποσοστό των ειδικών ΤΠΕ επί του συνόλου των εργαζομένων εξακολουθεί να βελτιώνεται με τον ίδιο ρυθμό όπως και τα προηγούμενα τρία έτη, αλλά παραμένει χαμηλό (1,8%) σε σύγκριση με τον μέσο όρο του 3,9% στην ΕΕ.

"Η έλλειψη ψηφιακών δεξιοτήτων, τόσο σε βασικό όσο και σε ανώτερο επίπεδο, παραμένει σημαντικό εμπόδιο για την Ελλάδα στο πλαίσιο του ψηφιακού μετασχηματισμού της κοινωνίας και της οικονομίας της”, αναφέρεται στην έκθεση.

Χρήση διαδικτυακών υπηρεσιών
Συνολικά, η χρήση διαδικτυακών υπηρεσιών στην Ελλάδα υπολείπεται κατά πολύ του μέσου όρου της ΕΕ. Ωστόσο, ο αριθμός των χρηστών του διαδικτύου (ποσοστό διείσδυσης 74% έναντι 85% στην ΕΕ) αυξάνεται και μεγάλο ποσοστό αυτών εκδηλώνει ενδιαφέρον για σειρά διαδικτυακών δραστηριοτήτων.

Οι δημοφιλέστερες διαδικτυακές δραστηριότητες εξακολουθούν να είναι η ανάγνωση των ειδήσεων, η πραγματοποίηση βιντεοκλήσεων και η χρήση των κοινωνικών δικτύων. Μάλιστα, το 75% των Ελλήνων χρηστών του Διαδικτύου χρησιμοποιεί τα socialmedia, ποσοστό υψηλότερο από τον μέσο όρο στην ΕΕ (65%).

Το 88% των Ελλήνων χρηστών του διαδικτύου ενημερώνονται στο διαδίκτυο, ποσοστό που υπερβαίνει κατά πολύ τον μέσο όρο του 72% της ΕΕ. Η πραγματοποίηση βιντεοκλήσεων άγγιξε το 67% το 2019, πάνω από τον μέσο όρο της ΕΕ (60% το 2019). Η χρήση διαδικτυακών τραπεζικών υπηρεσιών (40% το 2019), παρότι εμφανίζεται αυξημένη για τρίτο συνεχόμενο έτος, παραμένει πολύ κάτω από τον μέσο όρο του 66% της ΕΕ. Το ίδιο ισχύει και για τις ηλεκτρονικές αγορές, το ποσοστό των οποίων αυξήθηκε στο 51% των χρηστών του διαδικτύου, αλλά παραμένει κάτω από τον μέσο όρο του 71% της ΕΕ.

Ενσωμάτωση ψηφιακής τεχνολογίας
Όσον αφορά την ενσωμάτωση της ψηφιακής τεχνολογίας από τις επιχειρήσεις, η Ελλάδα καταλαμβάνει την 24η θέση στην ΕΕ. Ο αριθμός των επιχειρήσεων στην Ελλάδα που συμμετέχουν σε ηλεκτρονική ανταλλαγή πληροφοριών εξακολουθεί να αυξάνεται και παραμένει πάνω από τον μέσο όρο της ΕΕ (38% έναντι 34%).

Ωστόσο, το ποσοστό των επιχειρήσεων που κάνουν χρήση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης παρουσίασε μικρή μείωση το 2019 (19% από 21%), όπως επίσης και το ποσοστό των μικρομεσαίων επιχειρήσεων που πραγματοποίησαν πωλήσεις μέσω διαδικτύου το 2019 (9%, μείωση κατά 2% σε σύγκριση με το 2018).

Αν και το μερίδιο του κύκλου εργασιών τους που προήλθε από το διαδίκτυο δεν μειώθηκε, εξακολουθεί να είναι χαμηλό, μόλις στο 4% του συνολικού κύκλου εργασιών όταν το αντίστοιχο ποσοστό στην ΕΕ είναι στο 11%.

Ψηφιακές δημόσιες υπηρεσίες
Όσον αφορά τη διάσταση των ψηφιακών δημόσιων υπηρεσιών, η Ελλάδα κατατάσσεται στην 27η θέση στην ΕΕ, και πάλι αρκετά κάτω από τον μέσο όρο της ΕΕ, αλλά κατέγραψε αύξηση 5,1 μονάδων κατά το προηγούμενο έτος, ακολουθώντας τη μέση αύξηση 5 μονάδων της ΕΕ.

Σύμφωνα με τον δείκτη ωριμότητας των ανοικτών δεδομένων, το 2019 η Ελλάδα (66%) βρισκόταν στον μέσο όρο της ΕΕ (66%). Από την πλευρά της προσφοράς (όσον αφορά την παροχή διαδικτυακών δημόσιων υπηρεσιών), η Ελλάδα συνέχισε να σημειώνει πρόοδο το 2019, με 25/100 προσυμπληρωμένα έντυπα σε σύγκριση με 23/100 το 2018, αλλά παραμένει πολύ κάτω από τον μέσο όρο της ΕΕ (59/100).

Ο αριθμός των χρηστών του διαδικτύου που είναι ενεργοί χρήστες υπηρεσιών ηλεκτρονικής διακυβέρνησης ανέρχεται σε ποσοστό 39% και εξακολουθεί να είναι πολύ χαμηλότερος από τον μέσο όρο του 67% στην ΕΕ, παρά την αύξηση της τάξης του 3% το 2019. Η διαθεσιμότητα ψηφιακών δημόσιων υπηρεσιών για τις επιχειρήσεις αυξήθηκε (σε 63 το 2019), αλλά όχι αρκετά ώστε να προσεγγίσει τον μέσο όρο της ΕΕ (88 το 2019).

"Το 2019 το νέο Υπουργείο Ψηφιακής Διακυβέρνησης ακολούθησε μια ατζέντα νομοθετικών μεταρρυθμίσεων ευρείας κλίμακας, προκειμένου να επισπεύσει την υλοποίηση των νέων ψηφιακών διαδικασιών και υπηρεσιών. Συγκεκριμένα, ο νόμος για το "επιτελικό κράτος" επιδιώκει τον εξορθολογισμό της διοίκησης, μέσω της συγκέντρωσης και του ανασχεδιασμού των διάφορων διατάξεων που διέπουν τις λειτουργίες του κράτους, προκειμένου να βελτιωθεί η συνεργασία μεταξύ υπουργείων, συμπεριλαμβανομένης της εφαρμογής από πλευρά τους βασικών συστημάτων ΤΠ”, αναφέρεται στην έκθεση.


capital.gr του Κώστα Κετσιετζή