MY KTEO

Παρασκευή 2 Οκτωβρίου 2020

Επίσκεψη Πομπέο: Ελληνοαμερικανική άνοιξη ή μία από τα ίδια;


Άρθρο του Κωνσταντίνου Μαρκόπουλου

Παρακολουθώ γελοίες και αναλφάβητες αναλύσεις ενθουσιασμού με αντικείμενο την επίσκεψη του υπουργού Εξωτερικών των ΗΠΑ, κ. Πομπέο, σε Θεσσαλονίκη, Αθήνα και Χανιά. Άλλοι εκθειάζουν το

γεγονός ότι για πρώτη φορά ήρθε στην Ελλάδα χωρίς παράλληλα να επισκεφτεί την Τουρκία και άλλοι δίνουν ερμηνείες υψίστης σημασίας ότι έμεινε στο σπίτι του πρωθυπουργού στα Χανιά. Πρόκειται για άκρως επιφανειακές αναλύσεις “παιδικής” μυθολογίας με ήρωες και δράκους. Επιτέλους σε αυτήν τη χώρα οφείλουμε να ερμηνεύσουμε τα φαινόμενα χωρίς ούτε “υψηκόρυφους” ενθουσιασμούς ούτε βέβαια σκοτεινές ηττοπάθειες και κυρίως να βλέπουμε τη δική μας στρατηγική πιο εντατικά και πιο αναλυτικά από τις κινήσεις των άλλων.

Ο “γόρδιος δεσμός” της θέσης μας στη ΝΑ Μεσόγειο και η κατάληξη της διένεξης με την Τουρκία θα λυθεί επειδή εμείς θα αποφασίσουμε είτε να κερδίσουμε χρόνο, είτε να υποχωρήσουμε, είτε να σταθούμε όρθιοι και ανυποχώρητοι από τις θέσεις μας που σταθερά υπηρέτησαν όλες οι μεταπολιτευτικές κυβερνήσεις (σταθερός άξονας Ελλάδα-Κύπρου σαν αμυντικό δόγμα, ανέγγιχτη συμφωνία της Λωζάννης, μόνη με Τουρκία υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ).

Τι διαφορετικό συμβαίνει τα τελευταία χρόνια; Οι ΗΠΑ και η Δύση συνειδητοποιούν ότι μια διαφορετική Τουρκία είναι μόνιμα δίβουλη, λειτουργεί σαν ταραξίας στην περιοχή, εμφανίζεται “βουλιμική” και αναζητά διεύρυνση γεωπολιτικού ρόλου, ώστε να είναι διαπραγματεύσιμη προς Ανατολή και Δύση. Εκτιμώ πως οι ΗΠΑ αντιλαμβάνονται ότι το νοτιοανατολικό κομμάτι του ΝΑΤΟ δοκιμάζεται, καθώς η Τουρκία συχνά αυτονομείται και εκμεταλλεύεται την ισχυρή εξάρτηση ΗΠΑ και ΝΑΤΟ από αυτήν. Οι νέες γεωστρατηγικές συνεργασίες ΗΠΑ-Ελλάδα σε Αλεξανδρούπολη, Καβάλα, Βόλο και Σούδα με τη διεύρυνση, γεωγραφική και επιχειρησιακή, καθώς και η νέα αμυντική συμφωνία καταδεικνύουν ότι πιθανώς η πρόβλεψη για μια μη συνεργάσιμη Τουρκία ανακουφίζεται από μια πιο ισχυρή παρουσία της Ελλάδος στα ζητήματα Ασφάλειας και Άμυνας. Μπορεί να μας συμπαθούν, αλλά αυτό έχει μικρή αξία. Το ουσιαστικό είναι ότι μας χρειάζονται και αυτό οφείλουμε να το διαχειριστούμε έξυπνα και αξιόπιστα.

Η στροφή προς την Ελλάδα είναι χωρίς απόρριψη ασφαλώς της Τουρκίας και αυτό ούτε εμάς μας συμφέρει. Είναι, ωστόσο, και με κάποια δόση καχυποψίας, διότι η Ιστορία διδάσκει ότι η Ελλάδα ανέκαθεν υπήρξε δύσκολη σύμμαχος με αργές αποφάσεις και ιδιαίτερη ευαισθησία στον αραβικό και μουσουλμανικό κόσμο και τους Παλαιστίνιους, που όμως δεν της απέδωσε ούτε σε συμμαχίες ούτε σε επενδύσεις. Η περιοχή αλλάζει. Ο αραβικός κόσμος διασπάται. Ένα ισχυρό τμήμα αναγνωρίζει το κράτος του Ισραήλ και ένα άλλο μικρότερο επηρεάζεται από τη θρησκεία και την Τουρκία, που επιθυμεί την Κωνσταντινούπολη σαν κέντρο του νέου χαλιφάτου, γι’ αυτό και η συμπεριφορά της είναι δίβουλη. Επιθυμεί και να έχει επαφή και χρηματοδότηση από την Ε.Ε., να είναι μέλος του ΝΑΤΟ, αλλά και να προμηθεύεται σύγχρονα όπλα από Ρωσία και να προστατεύει και τρομοκράτες.

Η επίσκεψη Πομπέο εκτιμώ πως έχει αυτήν την προοπτική μιας νέας ελληνοαμερικανικής άνοιξης. Είναι μια πρόκληση για την Ελλάδα να διαδραματίσει ενεργό ρόλο- “ασπίδα” ασφάλειας της Δύσης στην περιοχή, όπως η Ιστορία την καλεί. Η Ε.Ε. δεν έχει κοινή εξωτερική πολιτική ούτε στρατό. Έχει άποψη για την Τουρκία, η οποία όμως ποδηγετείται περισσότερο από τα οικονομικά ισοζύγια (π.χ. Γερμανία-Τουρκία: 50 δισ. οικονομικές συναλλαγές) στα οποία η μεταπρατική Τουρκία έχει πλεονέκτημα. Άρα μας μένει ο ενεργός μας ρόλος και η ισχυρή σχέση με τον άξονα ΗΠΑ-Γαλλία-Κύπρος-Ισραήλ και ενδεχομένως και Αίγυπτος. Αυτός ο άξονας καλύπτει τον αμυντικό, οικονομικό και τεχνολογικό τομέα ιδιαίτερα των χωρών της Μεσογείου. Είναι ένας άξονας στο εσωτερικό του ΝΑΤΟ και της Ε.Ε. που, αν λειτουργήσει σωστά, θα πιέσει πολύ τη φιλοτουρκική Γερμανία. Περιλαμβάνει υποχρεώσεις αλλά και ζητούμενα της Ελλάδος, τα οποία ελπίζω ότι έχουν αρχίσει να συζητιούνται.

Αυτή είναι η επίσκεψη Πομπέο εκτός από τη συνυπάρχουσα συγκυρία των αμερικανικών εκλογών. Οι πολιτικές κατευνασμού της Τουρκίας και η περίοδος προφορικών χαριεντισμών των Ελλήνων ΥΠ.ΕΞ. με τους ισχυρούς έχουν αποτύχει παταγωδώς. Η ελληνική διπλωματία πρέπει να γίνει πιο σκληρή και αυτό εκπορεύεται μόνο από σοβαρή και σταθερή πολιτική καθοδήγηση. Η Ιστορία διδάσκει πως ότι κερδίζουμε σε πολέμους συνήθως τα χάνουμε σε διαπραγματεύσεις. Γι’ αυτό, επειδή οι πόλεμοι είναι καταστροφή, είναι ώρα να αλλάξουμε σε νοοτροπία και διεκδίκηση στους άλλους τομείς.

Όλα τα παραπάνω απαιτούν χαρισματική ηγεσία, διακομματική συμφωνία στα μείζονα και πολλή δουλειά σε όλα τα επίπεδα. Απαιτούν και κοινωνική συνειδητοποίηση εκ μέρους του λαού και για όλα αυτά την απόλυτη και ουσιαστική ευθύνη έχει η κυβέρνηση και ο πρωθυπουργός προσωπικά. Η ευκαιρία είναι μπροστά μας. Αυτό το ταξίδι θα κρατήσει χρόνια. Ελπίζω και εύχομαι να κερδηθεί.

 Ο Κωνσταντίνος Μαρκόπουλος είναι τέως βουλευτής Εύβοιας, τ. υπουργός Τουριστικής Ανάπτυξης 2009, χειρουργός θώρακος αγγείων και διευθυντής Ιατρικού Κέντρου Ψυχικού.

neakriti.gr