MY KTEO

Τετάρτη 10 Νοεμβρίου 2021

Άκυρη η αγορά «κόκκινων» δανείων από τράπεζα – Τι αποφάσισαν τα δικαστήρια


«Πάγο» στα σχέδια μεγάλης τράπεζας να αποκτήσει τις μετοχές τουριστικών επιχειρήσεων, τα δάνεια των οποίων αγόρασε από αυστριακό χρηματοπιστωτικό ίδρυμα που πτώχευσε, βάζουν τα δικαστήρια.

Πιο αναλυτικά, όπως προκύπτει από σχετική απόφαση που έχει στα χέρια του το newmoney, η εγχώρια τράπεζα δεν είχε δικαίωμα να προβεί στην αγορά προβληματικού χαρτοφυλακίου, δεδομένου ότι για τον σκοπό αυτό έχουν συσταθεί οι servicers και άρα, δεν δύναται να απαιτεί τις μετοχές που είχε ενεχυριάσει προηγουμένως η δανείστρια τράπεζα. Ειδικότερα, τα χρεωστικά υπόλοιπα των δανείων την 3η.3.2019 ανέρχονταν:

Εταιρεία Α) Στο ποσό των 5.573.519,09 ευρώ και την 31η.5.2020, όταν ήδη είχε μεταβιβασθεί στην ελληνική τράπεζα σε 5.912.047,26 ευρώ,
Εταιρεία Β) Στο ποσό των 3.772.958,84 ευρώ και την 31η.5.2020 στο ποσό των 4.002.123,36 ευρώ,
Εταιρεία Γ) Στο ποσό των 2.742.574,30 ευρώ και την 31η.5.2020 σε 2.916.035,78 ευρώ και συνολικά στο ποσό των 12.089,052 ευρώ, ενώ την 31η.5.2020 στο ποσό των 12.830,206 ευρώ.
Τη σύναψη και το κύρος των ως άνω δανειακών συμβάσεων ουδέποτε αμφισβήτησαν οι συγκεκριμένες εταιρείες, ενώ έδωσαν τη συναίνεσή τους για την εγγραφή συναινετικών προσημειώσεων σε ακίνητά τους και παρέδωσαν στην ενεχυρούχο δανείστρια τις μετοχές που εκδόθηκαν μετά τη σύναψη των δανείων (τα έτη 2005, 2007 και 2010).

«Από το καταστατικό της ελληνικής τράπεζας προκύπτει ότι αυτή δύναται να προβαίνει στη διενέργεια ‘όλων των επιτρεπομένων από τη νομοθεσία τραπεζικών εργασιών’, όπως αυτές προβλέπονται στο άρθρο 11 Ν.4261/2014 και παρέχονται από τα πιστωτικά ιδρύματα, εποπτεύονται από την Τράπεζα της Ελλάδος και προϋποθέτουν προηγούμενη άδεια της τελευταίας. Στις υπηρεσίες, όμως, αυτές, δεν περιλαμβάνεται η απόκτηση δανειακών απαιτήσεων από μη εξυπηρετούμενα δάνεια, όπως είναι οι ένδικες δανειακές συμβάσεις. Η δραστηριότητα αυτή, άλλωστε, δεν θα μπορούσε επιτρεπτά να συμπεριληφθεί στον εταιρικό σκοπό της, ούτε η τράπεζα θα μπορούσε να λάβει άδεια από την Τράπεζα της Ελλάδος για την άσκησή της, καθόσον τούτο αντιβαίνει στα άρθρα 1 και 3 του Ν.4354/2015, σύμφωνα με τα οποία η απαρίθμηση των προσώπων που επιτρέπεται να μεταβιβάσουν και να αποκτήσουν απαιτήσεις από δάνεια και πιστώσεις είναι περιοριστική, οπότε η μεταβίβασή τους προς άλλα, από τα οριζόμενα πρόσωπα, που δεν έχουν τις προϋποθέσεις απόκτησής τους, είναι άκυρη κατά το άρθρο 174 ΑΚ», τονίζεται χαρακτηριστικά.

Σύμφωνα με τον δικηγόρο, κ. Κλεάνθη Ρούσσο, ο οποίος χειρίστηκε την υπόθεση από πλευράς των εταιρειών, οι διατάξεις του ν. 4354/2015 για τη μεταβίβαση των απαιτήσεων από μη εξυπηρετούμενα δάνεια και πιστώσεις θεσπίστηκαν ως μέσω εξυγίανσης των ισολογισμών των πιστωτικών ιδρυμάτων, απομόχλευσης των δανειακών χαρτοφυλακίων τους, βελτίωσης της κεφαλαιακής τους επάρκειας και ενίσχυσης της ρευστότητάς τους. «Είναι απορίας άξιον πως μία τράπεζα προχώρησε στην αγορά ‘κόκκινων’ δανείων, τη στιγμή δε, που όλα τα ιδρύματα μάχονται να απαλλαγούν από αυτά», σχολιάζει χαρακτηριστικά. Αξίζει να αναφερθεί πως ια την επίτευξη των προαναφερόμενων στόχων ο Έλληνας νομοθέτης του ν. 4354/2015 εισήγαγε περιορισμούς ως προς τα πρόσωπα που δικαιούνται να αποκτήσουν απαιτήσεις από μη εξυπηρετούμενα δάνεια.

Ειδικότερα, η διάταξη του άρθρου 1 παρ. 1(β) του ν. 4354/2015, όπως αυτή τροποποιήθηκε με το άρθρο 12 παρ. 2 του ν. 4643/2019, ορίζει ότι «[η] μεταβίβαση απαιτήσεων από πιστώσεις και δάνεια που έχουν χορηγήσει ή χορηγούν πιστωτικά ή χρηματοδοτικά ιδρύματα,… μπορεί να λάβει χώρα μόνο λόγω πώλησης, δυνάμει σχετικής έγγραφης συμφωνίας, σύμφωνα και με τα όσα προβλέπονται στο άρθρο 3, προς τους κατωτέρω, ως προς μεν τα πιστωτικά και χρηματοδοτικά ιδρύματα αποκλειστικά….:» αα) Ανώνυμες εταιρίες που σύμφωνα με το καταστατικό τους μπορούν να προβαίνουν σε απόκτηση απαιτήσεων από δάνεια και πιστώσεις, εδρεύουν στην Ελλάδα και καταχωρίζονται στο Γενικό Εμπορικό Μητρώο (ΓΕΜΗ). ββ) Εταιρίες που έχουν έδρα στον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο, που σύμφωνα με το καταστατικό τους μπορούν να προβαίνουν σε απόκτηση απαιτήσεων από δάνεια και πιστώσεις, υπό την επιφύλαξη των διατάξεων της νομοθεσίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης και γγ) σε εταιρίες που έχουν έδρα σε τρίτες χώρες, που σύμφωνα με το καταστατικό τους μπορούν να προβαίνουν σε απόκτηση απαιτήσεων από δάνεια και πιστώσεις, υπό την επιφύλαξη διατάξεων της ενωσιακής νομοθεσίας, οι οποίες έχουν τη διακριτική ευχέρεια να εγκαθίστανται στην Ελλάδα μέσω υποκαταστήματος υπό την προϋπόθεση ότι: γγα) Η έδρα τους δεν βρίσκεται σε κράτος που έχει προνομιακό φορολογικό καθεστώς, όπως αυτό προσδιορίζεται στις εκάστοτε κανονιστικές πράξεις που εκδίδονται σύμφωνα με τις διατάξεις των παραγράφων 6 και 7 του άρθρου 65 του ν. 4172/2013 (Α΄ 167) και γγβ) η έδρα τους δεν βρίσκεται σε μη συνεργάσιμο κράτος, όπως αυτό προσδιορίζεται στις εκάστοτε κανονιστικές πράξεις που εκδίδονται σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 3 του άρθρου 65 του ν. 4172/2013».

Στο πλαίσιο αυτό, το δικαστήριο αποφάνθηκε πως η ελληνική τράπεζα «δεν κατέστη δικαιούχος των απαιτήσεων από τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια, λόγω της ακυρότητας, κατ’ άρθρο 174 ΑΚ, της συναφθείσας δικαιοπραξίας (πώλησης), δεν απέκτησε και την ιδιότητα της ενεχυρούχου δανείστριας των μετοχών, δοθέντος ότι καθίσταται άκυρη και η σύσταση του ενεχύρου επί των μετοχών των πιστούχων- καθών εταιριών, σύμφωνα με την αρχή του παρεπόμενου (ΑΚ 1258) που χαρακτηρίζει αποκλειστικά τα δικαιώματα εμπράγματης ασφάλειας, όπως είναι το ενέχυρο».


Newmoney.gr